Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2020

«Ασκηταριό» (ή «Μονή του Ασκητή»)


Αν τύχει και βρεθείς στη Δυτική μεριά της Μεσσηνίας, στο δρόμο που ανεβαίνει από την Πύλο, αφού περάσεις τη  Γιάλοβα πρώτα και μετά τη διασταύρωση που πάει για τη Χώρα και τ' ανάκτορο του Νέστορα και συνεχίσεις βόρεια, προς Γαργαλιάνους, λίγο πριν να φτάσεις στην πόλη την ιστορική, θα δεις έναν χωμάτινο δρόμο να στρίβει δεξιά, προς τα χωράφια. Θα είναι μισοχαλασμένος με νεροφαγώματα πολλά, -ίσως να θέλει λίγη προσοχή-, μα βατός, κι αν τον ακολουθήσεις όπως ανηφορίζει και περνά μεσα απ' τους ελαιώνες, ξάφνου θα δεις μπροστά σου ένα θέαμα φαντασμαγορικό!... Εκεί, σε μια στροφή στην ερημιά, στα ριζά της πλαγιάς ενός μικρού και καταπράσινου λοφίσκου, στη θέση που οι ντόπιοι ονομάζουν «Καραντίνα», είναι χτισμένο ένα μεγάλο μοναστήρι!... 

 

Με μοναστήρι μοιάζει δηλαδή, γιατί επίσημα, έστω κι αν φτιάχτηκε με εντολή παπά, δεν έγινε ποτέ κτήμα της Εκκλησίας...-«Ησυχαστήριο» ήταν ο μόνος τίτλος που κάποτε του έδωσε, -κι αυτή ακόμα, τυπικά-, μια κάποια νομική υπόσταση για λίγο... Αλλά τόσο πλατύ και πολυόροφο που είναι, με εκατοντάδες ασυνήθιστες καμάρες, εύκολα θα περνιόταν και για παλάτι Ινδού Μαχαραγιά, ή χάρη σ' αυτόν τον φανερό του χαρακτήρα τον θρησκευτικό, όπως αμφιθεατρικά υψώνεται σ' αυτή την έρημη τη Μεσσηνιακή γωνιά, και έχει από πίσω κρύψει όλη την πλαγιά, θα πεις πως μοιάζει ακόμα και σαν μια από εκείνες τις μεγάλες τις μονές στις μακρινές ερημικές πλαγιές των Ιμαλαϊων... 

Όμως αυτό εδώ ποτέ δεν έμελλε ούτε να λειτουργήσει, ούτε να κατοικηθεί, σ' αυτήν τουλάχιστον την τελική μορφή του κι όσο κι αν κάτι τέτοιο μόνο θλίψη προκαλεί, -αν βέβαια μπορεί κανείς να νιώσει θλίψη για κάτι τόσο επιβλητικό-, το "μοναστήρι" παραμένει ερειπωμένο, ένα μεγαλόπρεπο κουφάρι, μια γιγάντια κυψέλη, που το μελίσσι έχει προ πολλού εγκαταλείψει... 

Η "Μονή" του Ασκητή (drone image 1) 



Πάνε 40 χρόνια που, μετά από μια δεκαετία συνεχών κατασκευών, με την επίβλεψη του αρχιμανδρίτη Θεοκλήτου, το μεγαλύτερο κομμάτι του κολοσσιαίου έργου είχε ολοκληρωθεί. Όμως η ιστορία του είναι ακόμα πιο παλιά και φτάνει μέχρι το 1887, όταν στο σημείο αυτό εγκαταστάθηκε ο πάππους του Θεοκλήτου, ο Αθανάσιος Στράγκας. Και είναι αυτός που έμεινε σ' όλη την γύρω περιοχή γνωστός ως ο «Ασκητής»...

Ο εικοσιπεντάχρονος τότε Θανάσης κατέβαινε την Άνοιξη στους Γαργαλιάνους για να δουλέψει σαν εργάτης, "σκαφτιάς" στα κτήματα με τη σταφίδα, αφήνοντας στη Μεγαλόπολη τη νεαρή γυναίκα με τα πέντε τους παιδιά. Η ιστορία του, έστω και συνοπτικά, έχει διασωθεί σ' ένα γραπτό του Σωτηρίου Λυριντζή, που τον Γενάρη του 1950, δημοσιεύτηκε στον τοπικό τύπο (Εφημερίδα ‘’Σημαία ’’της Καλαμάτας, φύλλο 10575, 15 Ιανουαρίου 1950), με τίτλο «Ένας Ασκητής»...

«Προ πενήντα ετών έζη με το ημεροδούλι  του, εις τους Γαργαλιάνους, κάποιος ταπεινός και άσημος σκαφτιάς, ο μπαρμπα -Θανάσης αλλ’ όμως όσο φτωχική ήτο η εξωτερική εμφάνισις, του ανθρώπου αυτού, τόσο πλουσία και ευγενική και πάλλουσα ήταν μέσα του η συναισθηματική του περιουσία

Ένα πρωί είχε εξυπνήσει σαστισμένος από ένα συγκλονιστικό όνειρο, είχε ειδεί εις τον ύπνο του, ότι περιεπλανάτο επάνω σε λοφίσκους, που εκτείνονται προς νότον των Γαργαλιάνων ...αλλά όταν διήλθε ένα μικρό ποταμάκι και ανέβαινε προς μια πλαγιά, τότε μια λάμψις επεφάνη που σιγά σιγά εμεγάλωνε και απλωνόταν έως ότου έγινε ένα εκθαυμβωτικό φως, το οποίο εχύθη τριγύρω εις όλην την  φύσιν...

 Εσηκώθη αμέσως από το κρεββάτι του και ξεκίνησε ένθεος προς το ονειρεμένον βουνό... Έφτασε περιπατών εις την εξωχικήν εκείνη ερημιά την οποία πρώτη φορά επεσκέπτετο και κατεπλάγη όταν τα είδε όλα ίδια …

Με έναν κασμά έφτιαξε κατ’ αρχάς μικρόν σπήλαιον, όπου μετέφερε τα ολίγα φτωχικά πράγματά του  και έκτοτε δεν έπαυσε επί τριακονταετία εργαζόμενος μέχρι θανάτου, οπότε ετάφη εκεί πλησίον και εντός σκαλισμένου υπό του ιδίου επι του πωρίνου εδάφους.»



Έτσι λοιπόν ξεκινάει η ιστορία του Αθανασίου του Ασκητή, και έτσι αρχίζει κι η ιστορία του Ασκηταριού που, αφού πρώτα αγόρασε τη γη, σιγά-σιγά, ο μπαρμπα-Θανάσης το μεγάλωσε, χωρίς ποτέ να φύγει από εκεί, παρά μονάχα για να πάει και να δουλέψει στα χωράφια... Ούτε ακόμα κι όταν του το συστήναν οι γιατροί κρίνοντας πως η υγρασία των Γαργαλιάνων δεν ήταν κλίμα ευνοϊκό για τη φυματίωση, που εντωμεταξύ τον είχε εξασθενήσει. Όμως και τότε ακόμα παρέμεινε εκεί, -κι ίσως απ' αυτό να είπαν και το μέρος «Καραντίνα»- κι εκεί γιατρεύτηκε, εκεί ασκήτεψε για το υπόλοιπο της ζωής του, κι εκεί κατέληξε, λίγους μήνες μετά από τον τραυματισμό του μετά από πτώση σ' ένα διπλανό γκρεμό, τον χειμώνα του 1937. Και τελικά θάφτηκε κι εκεί, σ' έναν τάφο μέσα στο σπηλαιώδη ναό που είχε προλάβει να λαξεύσει στο βράχο ο ίδιος...

 Κι ύστερα ήρθε ο πόλεμος, και κανείς απ' τα παιδιά και τα εγγόνια του που είχαν κατά καιρούς φιλοξενηθεί από τον μπαρμπα-Θανάση στο Ασκηταριό του, για λίγο, ή πολύ (ο πρώτος εγγονός του, ο Γιάννης, αρρώστησε βαριά και πέθανε εκεί, κι επίσης θάφτηκε στο χώρο), δεν θέλησε ποτέ να το αξιοποιήσει. Μέχρι που ο εγγονός του Θεόκλητος, που απ' το 1933 είχε χειροτονηθεί, αποφάσισε να χτίσει αυτό το μοναστήρι προς τιμή του "Αγίου" αυτού ανθρώπου και παππού του, και ξεκίνησε την ανοικοδόμηση του.  

Η είσοδος στο Ασκηταριό (drone image 2)
 

Ο αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Στράγκας υπήρξε Γραμματέας της Ιεράς Συνόδου και η ενορία του ήταν στον 'Αγιο Κωνσταντίνο Ομονοίας στην Αθήνα. Εκτελώντας χρέη αρχιτέκτονα και εργολάβου, παρακολουθούσε το έργο ανά τακτά διαστήματα, έδινε οδηγίες και κατευθύνσεις για να συνεχιστεί κι επέστρεφε στην πρωτεύουσα. Αν και είχε τη στήριξη του τότε εφημερίου της Παναγίας των Γαργαλιάνων, δεν ήταν πάντα όλα εύκολα - κάποια στιγμή μάλιστα κλήθηκε να λογοδοτήσει μετά από καταγγελία ντόπιων (πιθανόν βοσκών, με τους οποίους κι ο παππούς του δεν είχε πάντα τις καλύτερες τις σχέσεις αφού τα ζωντανά μπαίναν στη γη του και χαλούσαν τις μικροκαλλιέργειες) για τις αυθαίρετες κατασκευές...

Και μπορεί τη δίκη στο τέλος να την κέρδισε, μα είναι πράγματι τόσο παράξενος ο τρόπος με τον οποίο  το οικοδόμημα αυτό έχει χτιστεί... Αν δοκιμάσεις να μπεις μέσα στο αχανές κτήριο για να το εξερευνήσεις, αμέσως θα νομίζεις πως σε κανονικό λαβύρινθο έχεις βρεθεί, με δαιδαλώδεις διαδρόμους που, αν ακολουθήσεις, πολλές φορές θα μπερδευτείς και δεν θα σου φανεί καθόλου εύκολο να ξαναβρεις την άκρη...

 

 

 Αμέτρητα περάσματα στενά, που φεύγουν προς καθεμιά κατεύθυνση: άλλοτε παν παράλληλα περνώντας από δωμάτια -ή "κελιά"- ξεχωρισμένα σε νότια και σε βορινά, με μια μεσοτοιχία, χωρίς να τέμνονται ξανά για πολλές δεκάδες μέτρα, και άλλοτε να σταματούν απλά σε κάποιο τέρμα -ξανά μεταβολή και πίσω πάλι... Κι όσο τυφλά θα προχωράς, συχνά πυκνά θα μουρμουράς πως για να 'μενε κανείς εδώ, θα πρεπε να 'χει χάρτη!...

Γεωμετρίες παράξενες, παράλογες γωνιές που δύσκολα βγάζει νόημα κανείς, και σκάλες που οδηγούν σε κάποιον άλλον όροφο - αλλά όχι πάντα στον επόμενο, αφού καμιά φορά φαίνεται πως ξεχνούν ένα ολόκληρο ενδιάμεσο επίπεδο, όπου θα πρέπει άλλα πάλι σκαλιά να αναζητήσεις για να βρεις και να κατέβεις...

...Κι άλλοτε πάλι βγάζουν σε βεράντες που πλέον έχουν παραδοθεί σχεδόν ολοκληρωτικά στην άγρια φύση κι έχουν καταληφθεί από ανθισμένους θάμνους...

Ή, από δέντρα ολόκληρα που 'χουν φυτρώσει απ' τον καιρό, κάνοντας έτσι τις αυλές να μοιάζουν με παρατημένους κήπους...


 Ένας λαβύρινθος σωστός που σε καλεί να αναζητήσεις σκαλοπάτια σε κάθε του στροφή κι όμως και δίπλα τους μπορεί ακόμα να περάσεις και να μην τα δεις -δεν θα περίμενες νομίζω να τα βρεις κρυμμένα πίσω από την μισάνοιχτη πόρτα... Άλλοτε πέτρινα, κι άλλοτε μεταλλικά, σε μαντεμένιες σκάλες που στους ψηλότερους ορόφους θα πρέπει επίμονα να ψάξεις, αν μέλημά σου είναι να ανέβεις σ' όλα τα επίπεδα, μέχρι την πάνω-πάνω οροφή...

Ανάμεσα στα μικρά κελιά και τις πιο μεγάλες αίθουσες απ' όπου θα περάσεις, κάπου, μέσα σε τούβλα και μπετά, θα δεις κομμάτια βράχου, ίσως ό,τι απέμεινε απ' τα υπόσκαφα δωμάτια του Ασκητή...


Ίσως πάλι κάποια στιγμή το πέρασμα που πήρες να σ' οδηγήσει σ' έναν άλλο χώρο, ιδιαίτερο πολύ, με τη μορφή ναϊσκου και τοίχους στολισμένους με όμορφα σκαλίσματα και χρυσαφένιες πινελιές. Η γύψινη διακόσμηση, που έχει βέβαια υποστεί ζημιές σημαντικές απ' τη φθορά του χρόνου, αλλά και τους βανδαλισμούς, -τ' ανάγλυφα τα χερουβίμ, που θα 'πρεπε να σε κοιτούν από ψηλά μα, πλην ενός, έχουν αποκεφαλιστεί...-, από αυτούς που δεν έδωσαν πεντάρα για την γραμμένη εντολή πάνω απ' την πόρτα του Ασκηταριού (ΕΚΑΣ ΟΙ ΒΕΒΗΛΟΙ»)...

Μα κι έτσι όπως το εκκλησάκι καταφέρνει να επιζεί ακόμα από την άδικη αποσύνθεση αυτή, ίσως αναρωτηθείς και συ, πόσο πολύ θα ταίριαζε να 'ταν ένας ιερέας εκεί μπροστά για να το λειτουργήσει... Κι αν το συλλογιστείς πολύ, μπορεί ακόμα και να αρχίσεις να τον βλέπεις...-να! Σαν μια παράξενη μορφή με ράσο και με καλυμμένη κεφαλή... 

To εκκλησάκι στο Ασκηταριό

...Που μοιάζει τόσο ζωντανή καθώς γλιστράει σα σκιά κυπαρισσιού απ' τις ακτίνες του ήλιου που βασιλεύει, κι από τους τοίχους σαν να βρίσκει λευτεριά και να ξεφεύγει, κι όπως πηγαίνει μέσα απ' τους ερειπωμένους διαδρόμους ν' απομακρυνθεί, ίσως σου μπει η σκέψη ξοπίσω της να πας, μην και χαθεί, να την ακολουθήσεις... 

...Στάσου! Και μήπως ξέρεις προς τα πού το φάσμα σε οδηγεί;... Και τι λογής "ιερέας" να 'ναι  αυτός που, σε μια τέτοια ξεχασμένη ερημιά, θα 'ρχόταν για να λειτουργήσει;... 

Η ώρα γρήγορα περνά και στους μέσα χώρους του Ασκηταριού όταν σουρουπώνει, έτσι κι αλλιώς, δε μένεις και πολύ... Είναι τόσο στενοί και σκοτεινοί που γρήγορα σε αγριεύουν, ειδικά αν ψάχνεις για την έξοδο και κάθε λίγα βήματα νομίζεις πως κάποιος -ο "ιερέας";- σιωπηλά σε ακολουθεί, ή στέκει από μια γωνιά και σε παραμονεύει...

Σε μια ταινία, που είχε πριν από χρόνια γυριστεί σ' αυτό το σκηνικό, -που ο σκηνοθέτης βάφτισε "Πολύπυλο", για τις πολλές του πόρτες- γινόταν λόγος για τις λάμιες που, χωρίς δεύτερη σκέψη, θα σ' έπαιρναν μαζί, αν σ' έβρισκαν να τριγυρνάς έξω τη νύχτα...

...Το ξέρω, ναι, μπορεί αυτές οι ιδέες να μοιάζουν από άλλη εποχή, μα τέτοια θα σου έρχονται στο νου εκεί όσο νυχτώνει, και το σκοτάδι πια μπερδεύεται με τις σκιές και φτιάχνουνε μαζί τρομακτικές γωνιές κι ύποπτες σιλουέτες!...

Κι ο κάθε ήχος, κάθε κλαδί που σπάζει από τα δέντρα που απ' την καταπράσινη πλαγιά έχουνε σκύψει απάνω στη μονή, κάθε κραυγή απ' το νυχτοπούλι που θα κράξει, ακόμα και τα απόμακρα σφυρίγματα απ' το στόμα του βοσκού που βγήκε να μαζέψει πίσω το κοπάδι για το βράδι, εκείνη τη στιγμή, όλα θα μοιάζουν απειλή!...

 Γιαυτό κι η ανακούφισή σου όταν επιτέλους την έξοδο θα βρεις και περπατήσεις λίγα βήματα γοργά, πριν στρίψεις πάλι πίσω προς την έξω πόρτα το κεφάλι, θαρρώ πως θα΄ναι τελικά πολύ μεγάλη...


Κι εκεί κάτω απ' τον έναστρο ουρανό που σε τέτοιες ερημιές μακριά απ'τα φωταγωγήματα της πόλης, λάμπει σ' όλο του το μεγαλείο, το μόνο σκοτάδι που θα δεις να κρύβει μια του γωνιά είναι η σιλουέτα του Ασκηταριού, που κάποια άγνωστη κατάρα σαν νέο Πύργο της Βαβέλ έκανε να μην λειτουργήσει ποτέ για αυτό που φτιάχτηκε, για να φιλοξενήσει δηλαδή και νέους ασκητές που στη δική μας εποχή ίσως να επέλεγαν κι αυτοί να ζήσουν έναν βίο μοναχικό αλλά ενάρετο, σαν του μπαρμπα-Θανάση... Και έτσι παραμένει μεν Ησυχαστήριο.  'Ομως, ερειπωμένο κι άδειο...  


Σεπτέμβρης, 2020 -κείμενο/φωτογραφίες, Jonathan Bright

Άλλες παρόμοιες δημοσιεύσεις:

ΣΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΛΕΟΥΣΑΣ

Η ΒΙΛΑ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ

ΔΟΥΚΙΣΣΑ ΤΗΣ ΠΛΑΚΕΝΤΙΑΣ: Ερευνώντας τους θρύλους και τα μυστήρια των πύργων της (video)

-----------------------------------------------------------------


Πηγές: Με πληροφορίες, παλιές ιστορικές φωτογραφίες και αποσπάσματα από τα παρακάτω δημοσιεύματα...

Γνωρίζοντας τον Ασκητή των Γαργαλιάνων - από τα Τετράδια Ιστορίας, του Παναγιώτη Α. Κατσίβελα, Ιατρού 

Το μοναστήρι του Ασκητή (ή Ασκηταριό) στους Γαργαλιάνους - του Παναγιώτη Δ. Γλιάτα, Θεολόγου

drone images: Alex Pantazopoulos/Timetravel.gr / edited by Jonathan Bright

'priest': Maria Kalfopoulou

video (extract) theme: Ritual AD/Yates and Delany

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2020

ΣΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΛΕΟΥΣΑΣ: Μια μικρή φωτο-ιστορία, βασισμένη σε θρύλους φανταστικούς και μη...


Στους πρόποδες του Παρνασσού, σ' ένα πανέμορφο σημείο που μπορεί κανείς ακόμα να θαυμάσει τη ζωντανή φύση, κάτω από τα αγέρωχα πλατάνια, που έχουν στρώσει ένα παχύ κοκκινωπό χαλί για τον χειμερινό επισκέπτη με τα πεσμένα φύλλα τους, βρίσκονται οι πηγές του Βοιωτικού Κηφισού.


 Εκεί, δίπλα στις πηγές, στα αρχαία χρόνια υπήρχε το ιερό του ποτάμιου θεού Κηφισού και της κόρης του, νύμφης Λιλαίας, που λουζόταν στα νερά του. Και τον χειμώνα, που ακόμα και το μαντείο στους Δελφούς σταματούσε να δίνει χρησμούς, εκεί, όπως και σ' όλον τον Παρνασσό, γιορτάζονταν τα Βακχικά μυστήρια και γίνονταν θυσίες πολλές, για να ευχαριστήσουν οι αρχαίοι Λιλαιείς τον Κηφισό και τη Ναϊάδα νύμφη, (αλλά και τη θεά Δήμητρα, ναός της οποίας υπήρχε σε κοντινό σημείο), για την ευφορία της γης, χάρη στα γόνιμα υδατά τους...


Αργότερα, στη θέση των αρχαίων ερειπίων, οι Βυζαντινοί έχτισαν δυό Χριστιανικούς ναούς, τον Άγιο Χριστόφορο, πάνω ακριβώς απ' τις πηγές  και το τείχος αντιστήριξης του αρχαίου ιερού, και την Αγία Ελεούσα, λίγες δεκάδες μέτρα παραδίπλα... Αλλά εδώ και πολλά χρόνια είναι κι αυτοί το ίδιο ερειπωμένοι, σήμερα πλέον μένουν μόνο κάτι στοιβαγμένες πέτρες και κολώνες, ανακατεμένες οι αρχαίες με τις βυζαντινές, που κατοικούνται μονάχα από στοιχειά...

Μάλιστα λένε πως πριν από κάποια χρόνια, σ' έναν βάλτο, προς τη μεριά των πηγών είχε φανεί ένα τέρας, που με τα μουγκρητά του τρομοκρατούσε τους κατοίκους της Σουβάλας*. Οι χωρικοί ανησυχούσαν και κάποια στιγμή που βρήκαν το γειτονικό χωριό της Κάτω Αγόριανης (σημερινής Λιλαίας) έρημο σαν φάντασμα, χωρίς να ξέρουν πως οι γείτονές τους είχαν πάει στην Άνω Αγόριανη για να γιορτάσουν το Πάσχα, πίστεψαν πως τους... έφαγε το θεριό, και πήραν την απόφαση και ξέραναν τον βάλτο. Κι έτσι το τέρας χάθηκε για πάντα...


Από τότε όμως συμβαίνει ετούτο το παράδοξο... Κάθε χρόνο, το βράδι που είναι να βγει η πρώτη πανσέληνος της χρονιάς, την ώρα που αρχίζει να σουρουπώνει, ανάμεσα στα ερείπια της εκκλησιάς του Αγίου Χριστοφόρου και τις κολώνες του ναού του θεού Κηφισού, εμφανίζεται μια μαυροντυμένη φιγούρα...


 Κάθε φορά παίρνει το ίδιο μονοπάτι, και κατηφορίζει δίπλα στους πελώριους λίθους που έχουν μείνει από το τείχος του χαλασμένου από το χρόνο ναού, πάνω ακριβώς από τις πηγές...

Και η μορφή, που μοιάζει με γυναίκα που φοράει κουκούλα και μανδύα -ή, ράσο, σύμφωνα με άλλους-, συνεχίζει προς τη μεριά των ερειπίων της Αγίας Ελεούσας, της εκκλησιάς που οι ντόπιοι την ξέρουν ακόμα ως Παληοπαναγιά ή  Μαυρομαντηλούσα...
Ονομασία που λένε πως πήρε από μια κόρη, που κάποτε διεκδικούσαν δύο παλληκάρια, κι εκείνη για να διαλέξει, τους έβαλε από μια δοκιμασία, στον έναν να κάνει από τον βράχο να τρέξει νερό και στον άλλον να χτίσει ένα μαρμάρινο ναό της Παναγιάς -κι έτσι λένε πως έγινε η πηγή της Αγίας Ελεούσας και η εκκλησία... Αλλά καθώς και τα δυό τα έργα ολοκληρώθηκαν την ίδια στιγμή, οι νέοι τελικά μονομάχησαν και πάνω στην πάλη τους λαβώθηκαν θανάσιμα κι οι δυο, αφήνοντας την κόρη μονάχη να θρηνεί τον πρόωρο χαμό τους...** 

    
Εκεί, λοιπόν, σ' αυτή την ερειπωμένη και -αν πιστέψουμε τον θρύλο-, ματοκυλισμένη εκκλησιά φτάνει η παράξενη σκιά, μπροστά στην ψηλή πόρτα του ναού, που στ' αλήθεια μοιάζει τόσο θαυμαστό πώς μπορεί και στέκεται ακόμα...


Και μόλις κάνει να διαβεί την Πύλη τη μεγάλη, ευθύς η οπτασία χάνεται...
...Σαν το λυκόφως που σβήνει μέχρι τη στιγμή που, στο σημείο εκεί, θα βγει τ' ολόγιομο φεγγάρι!...


...Η πρώτη πανσέληνος της νεαρής χρονιάς, που κάποιοι την αποκαλούν "του λύκου το φεγγάρι"...


Μερικοί πιστεύουν πως είναι η κόρη του θρύλου, που ακόμα θρηνεί το χαμό των παλληκαριών, γιαυτό μάλιστα πολλοί θαρρούν το όνομα της εκκλησιάς, "Αγία Κλαιούσα"!... Άλλοι πάλι λένε πως είναι η αρχαία νύμφη Λιλαία, που οι Χριστιανοί ήρθαν μετά και βάφτισαν Αγία Ελεούσα (-το "Ελεούσα" ή "Λεούσα" άλλωστε μοιάζει και με παράφραση του "Λιλαία-Λιλαιούσα"...), και μερικοί έχουν ακόμα πει πως είναι η ίδια η Παναγιά!... Όλοι όμως συμφωνούν πως, αν ο ουρανός είναι καθαρός και το φεγγάρι φανεί καλά την ώρα που ανατέλλει μέσα απ' το ναό, η χρονιά θα είναι καλή κι η σοδειά πλούσια, αφού η δύναμη της νύμφης, ή της Αγίας, (ή ακόμα και της Παναγιάς) θα τους έχει ελεήσει... Αν όμως συννεφιάσει και το φεγγάρι δε φανεί, τότε όλοι ξέρουν πως η χρονιά θα είναι δύσκολη, και λένε πια με σιγουριά πως το φάντασμα είναι η νύμφη που τους καταριέται για κείνη τη φορά που αποξήραναν τα νερά του βάλτου της...


* Πηγή της ιστορίας σχετικά με το "τέρας" της Αγόριανης είναι το έργο Οι Πύλες του Αλλόκοσμου, του αγαπητού φίλου και συνεργάτη, Θανάση Βέμπου.

** Ο θρύλος σχετικά με την ονομασία της "Παναγιάς της Μαυρομαντήλας" προέρχεται από το έργο Ο Βυζαντινός ναός της Σουβάλας της Χαρίκλειας Μπάρλα. 


ΔΟΥΚΙΣΣΑ ΤΗΣ ΠΛΑΚΕΝΤΙΑΣ: Ερευνώντας τους θρύλους και τα μυστήρια των πύργων της...(video)


«Ασκηταριό» (ή «Μονή του Ασκητή»)


«Πανεπιστήμιο Δασών». Το «καταραμένο» Εργοστάσιο Επεξεργασίας Ξύλου στη Μόρνα της Πιερίας... 


Ο «Γερο-πλάτανος» της Εύβοιας και τα μυστικά του...

 

ΜΕΓΑΛΙΘΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 


Εξερευνώντας τη "στοιχειωμένη" νήσο Ποβέλια και άλλα "νησιά του θανάτου" στη λιμνοθάλασσα της Βενετίας...


Οδοιπορικό σε παραμυθένια κάστρα στο Τυρόλο και τη Βαυαρία και γνωριμία με τις σκοτεινές Χριστουγεννιάτικες παραδόσεις των Άλπεων...


ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗ ΜΥΘΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΗ ΙΡΛΑΝΔΙΑ (Α ΜΕΡΟΣ)

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗ ΜΥΘΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΗ ΙΡΛΑΝΔΙΑ (B ΜΕΡΟΣ) 

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗ ΜΥΘΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΗ ΙΡΛΑΝΔΙΑ (Γ ΜΕΡΟΣ) 

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗ ΜΥΘΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΗ ΙΡΛΑΝΔΙΑ (Δ ΜΕΡΟΣ)

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗ ΜΥΘΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΗ ΙΡΛΑΝΔΙΑ (E ΜΕΡΟΣ)